Το ιστολογιο του ΑΛΕΞΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ a.k.a. Άθλιος Γιος - ΓΝΩΣΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ & ΧΟΜΠΙΣΤΑ (ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΟ ΧΟΜΠΙΤ)
Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011
Συμπυκνωμένη Facebook σοφία - Απριλ 2011 - Αυγ 2011 / Copyright unprotected (αντιγράψτε ελεύθερα)
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
§
Κυριακή 7 Αυγούστου 2011
Τα δύσκολα χρόνια του Γκισέ.
Έλα ρε, Δευτέρα πρωϊ, και δεν κατάλαβα πώς πέρασε το Σαββατοκύριακο। Ευτυχώς είναι η σειρά μου τώρα, και φεύγω από την Πέμπτη, της την μπήκα της άλλης της ρουφιάνας με την τρίτη επαπειλούμενη εγκυμοσύνη - ποιά είσαι εσύ μωρή, να πάς και να βγάλεις χαρτί τρίτη φορά; και ποιός θα δουλέψει στη θέση σου; εγώ; η παλιά; καλοκαιριάτικα με όλους αυτούς τους ιδρωμένους να ζητάν ό καθένας το μακρύ και το κοντό του; Κάτσε τώρα στην υπηρεσία τη Παρασκευή να μάθεις
Τη μαλακία και αυτή πάντως κάθε Δευτέρα, να έρχονται όλοι μαζεμένοι να μας πρήζουν τα ούμπαλα - δηλαδή χάθηκε η Τρίτη και η Τετάρτη; μου έλεγε τις προάλλες μία συνάδελφος που είναι στον ΟΑΕΔ και που συναντιόμαστε καμία φορά στο εξοχικό τι τραβάνε με όλους αυτούς τους ανέργους και τις κάρτες τους. Και δε φθάνει που 4 ώρες βλέπει κάρτες και κολλάει αυτοκόλλητα, έχει και κάτι μαλάκες να επιμένουν να εξυπηρετηθούν και μετά το ωράριο. Οι άλλοι δηλαδή που ήρθαν νωρίς χαζοί είναι; δε φθάνει δηλαδή που είσαι και καλά άνεργος, είσαι και υπναράς; ξύπνα και έλα. Λές και είμαστε ρομπότ και δεν έχουμε υποχρεώσεις εμείς.
Μου έλεγε η Κούλα από τον τρίτο, όταν έφυγαν οι συμβασιούχοι από την υπηρεσία τους, και ο προϊστάμενος τους, τους έχει στα γραφεία τους υποχρεωτικά μέχρι και τη μία! Η Κούλα όμως πηδούσε κάποτε έναν εκεί του Δ.Σ από το προεδρείο το συνδικαλιστικό, και τους είπαν να κάνουν λευκή απεργία, και να μή κάνουν και τίποτα μέχρι να λυθεί το ζήτημα. Και ενώ όλα πήγαιναν καλά, τι πήγε και έκανε εκείνο το μουνί ο προϊστάμενος τους; πήγε και ξήλωσε από όλα τα κομπιούτερ το facebook - ο μαλάκας, ο τελευταίος, ο τίποτα, που το έκανε από τη ζήλια του, που έχει να πηδήξει από τότε που είχε γκόμενα εκείνη τη ξανθιά από τον τέταρτο - που πήρε τη μετάθεση για τα κεντρικά - και ΟΛΟΙ ξέρουμε πως την πήρε, και τη μετάθεση και τον άλλο. Ευτυχώς ένα παιδί που ξέρει από κομπιούτερ, και άνοιξε λέει το ίντερνετ, και τώρα μπαίνουν όλοι από τα κινητά τους. Βονταφον, καριόλη προϊστάμενε, είπε.
Ευτυχώς εδώ ο Νικολαϊδης είναι καλό παιδί και δε κάνει τέτοιες καγκουριές. Και μας καλύπτει όταν έχουμε ανάγκη να φύγουμε να πληρώσουμε καμία τράπεζα, να πάμε κανένα σουπερμάρκετ, να δούμε κανέναν άνθρωπο. Αλλά και οι συνάδελφοι τον έχουν σεβασμό, κανέις δε φεύγει χωρίς να του το πεί πρώτα και να τον ενημερώσει.
Ήρθε λέει και η εγκύκλιος από κάτω, για αύξηση του ωραρίου μας, τον έπιασα τον Νικολαϊδή και του λέω 'ρε Πέτρο τι μαλακίες είναι αυτές, 20 χρόνια έχω στην υπηρεσία και θα κάνω τα χαμαλίκια που έκανα όταν ήμουν νέα;', και μου είπε ότι αυτά είναι μαλακίες, και δε πρόκειται να το κάνει κανείς, και έτσι και αλλιώς θα χώσει κυρίως αυτούς που είναι κάτω από πέντε χρόνια στην υπηρεσία, και ότι έχει κάνει χαρτί για έλλειψη προσωπικού - βέβαια λέει ότι αυτό το αρχίδι ο υπουργός, ο εγκάθετος του ξένου κεφαλαίου, έχει δώσει εντολή για να μη γίνονται προσλήψεις, αλλά μου είπε ότι κάτι άκουσε ότι άρχισαν να παίρνουν από το παράθυρο κάτι κομματόσκυλα, και του είπα 'χέστηκα το τι είναι, εδώ να τους φέρουν, έχουμε πήξει στη δουλειά'.
Πάντως άκουσα ότι στους Δήμους τα πράγματα έχουν γίνει πολύ άσχημα. Επειδή εμάς δε μπορούν να μας αγγίξουν τα παλιόμουνα - ο θεός να ευλογά τον Βενιζέλο (τον παλιό) που το σύνταγμα μας προστατεύει - τα έχουν βάλει με τους δημοτικούς. Ο άλλος είναι 30 χρόνια στον Δήμο και τον τρέχουν τα παλιοτόμαρα, που δεν έχουν δουλέψει ούτε ένα λεπτό στη ζωή τους, και το παίζουν και υπουργοί. Αλλά θα κινηθεί το συνδικαλιστικό λέει και εκεί, και θα οργανώσει διαμαρτυρία για την έλλειψη προσωπικού.
Εν τω μεταξύ, και σε κλείνω Μαρία μου, ακόμα να έρθουν εκείνα τα γραφεία που μας είχε υποσχεθεί η διοίκηση, και άκουσα λέει, ότι το υπουργείο το χρησιμοποιεί σα δικαιολογία του στύλ 'να είστε υπεράριθμοι, δεν έχετε που να κάτσετε', και δε κατάλαβα δηλαδή στα λεωφορεία δεν έχει και ορθιούς;
Ναι, ναι, άντε φιλάκια.
* ο παραπάνω διάλογος - μονόλογος είναι πιθανά φανταστικός. Οι χαρακτήρες : προϊστάμενος στον τρίτο, ο μαλάκας, ο τελευταίος, ο τίποτα, ο Νικολαϊδής, η Κούλα, το παιδί που ξέρει από ίντερνετ, η Μαρία είναι φανταστικοί, και οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα μπορεί να είναι συμπτωματική μπορεί βέβαια και όχι.
* η χρήση χυδαίων λέξεων έγινε γιατί το ΠΑΣΟΚ το '81 έφερε την ισότητα και μπορούν και αυτές να βρίζουν το ίδιο με τους άνδρες, ακόμα και οι ανύπαντρες.
Τη μαλακία και αυτή πάντως κάθε Δευτέρα, να έρχονται όλοι μαζεμένοι να μας πρήζουν τα ούμπαλα - δηλαδή χάθηκε η Τρίτη και η Τετάρτη; μου έλεγε τις προάλλες μία συνάδελφος που είναι στον ΟΑΕΔ και που συναντιόμαστε καμία φορά στο εξοχικό τι τραβάνε με όλους αυτούς τους ανέργους και τις κάρτες τους. Και δε φθάνει που 4 ώρες βλέπει κάρτες και κολλάει αυτοκόλλητα, έχει και κάτι μαλάκες να επιμένουν να εξυπηρετηθούν και μετά το ωράριο. Οι άλλοι δηλαδή που ήρθαν νωρίς χαζοί είναι; δε φθάνει δηλαδή που είσαι και καλά άνεργος, είσαι και υπναράς; ξύπνα και έλα. Λές και είμαστε ρομπότ και δεν έχουμε υποχρεώσεις εμείς.
Μου έλεγε η Κούλα από τον τρίτο, όταν έφυγαν οι συμβασιούχοι από την υπηρεσία τους, και ο προϊστάμενος τους, τους έχει στα γραφεία τους υποχρεωτικά μέχρι και τη μία! Η Κούλα όμως πηδούσε κάποτε έναν εκεί του Δ.Σ από το προεδρείο το συνδικαλιστικό, και τους είπαν να κάνουν λευκή απεργία, και να μή κάνουν και τίποτα μέχρι να λυθεί το ζήτημα. Και ενώ όλα πήγαιναν καλά, τι πήγε και έκανε εκείνο το μουνί ο προϊστάμενος τους; πήγε και ξήλωσε από όλα τα κομπιούτερ το facebook - ο μαλάκας, ο τελευταίος, ο τίποτα, που το έκανε από τη ζήλια του, που έχει να πηδήξει από τότε που είχε γκόμενα εκείνη τη ξανθιά από τον τέταρτο - που πήρε τη μετάθεση για τα κεντρικά - και ΟΛΟΙ ξέρουμε πως την πήρε, και τη μετάθεση και τον άλλο. Ευτυχώς ένα παιδί που ξέρει από κομπιούτερ, και άνοιξε λέει το ίντερνετ, και τώρα μπαίνουν όλοι από τα κινητά τους. Βονταφον, καριόλη προϊστάμενε, είπε.
Ευτυχώς εδώ ο Νικολαϊδης είναι καλό παιδί και δε κάνει τέτοιες καγκουριές. Και μας καλύπτει όταν έχουμε ανάγκη να φύγουμε να πληρώσουμε καμία τράπεζα, να πάμε κανένα σουπερμάρκετ, να δούμε κανέναν άνθρωπο. Αλλά και οι συνάδελφοι τον έχουν σεβασμό, κανέις δε φεύγει χωρίς να του το πεί πρώτα και να τον ενημερώσει.
Ήρθε λέει και η εγκύκλιος από κάτω, για αύξηση του ωραρίου μας, τον έπιασα τον Νικολαϊδή και του λέω 'ρε Πέτρο τι μαλακίες είναι αυτές, 20 χρόνια έχω στην υπηρεσία και θα κάνω τα χαμαλίκια που έκανα όταν ήμουν νέα;', και μου είπε ότι αυτά είναι μαλακίες, και δε πρόκειται να το κάνει κανείς, και έτσι και αλλιώς θα χώσει κυρίως αυτούς που είναι κάτω από πέντε χρόνια στην υπηρεσία, και ότι έχει κάνει χαρτί για έλλειψη προσωπικού - βέβαια λέει ότι αυτό το αρχίδι ο υπουργός, ο εγκάθετος του ξένου κεφαλαίου, έχει δώσει εντολή για να μη γίνονται προσλήψεις, αλλά μου είπε ότι κάτι άκουσε ότι άρχισαν να παίρνουν από το παράθυρο κάτι κομματόσκυλα, και του είπα 'χέστηκα το τι είναι, εδώ να τους φέρουν, έχουμε πήξει στη δουλειά'.
Πάντως άκουσα ότι στους Δήμους τα πράγματα έχουν γίνει πολύ άσχημα. Επειδή εμάς δε μπορούν να μας αγγίξουν τα παλιόμουνα - ο θεός να ευλογά τον Βενιζέλο (τον παλιό) που το σύνταγμα μας προστατεύει - τα έχουν βάλει με τους δημοτικούς. Ο άλλος είναι 30 χρόνια στον Δήμο και τον τρέχουν τα παλιοτόμαρα, που δεν έχουν δουλέψει ούτε ένα λεπτό στη ζωή τους, και το παίζουν και υπουργοί. Αλλά θα κινηθεί το συνδικαλιστικό λέει και εκεί, και θα οργανώσει διαμαρτυρία για την έλλειψη προσωπικού.
Εν τω μεταξύ, και σε κλείνω Μαρία μου, ακόμα να έρθουν εκείνα τα γραφεία που μας είχε υποσχεθεί η διοίκηση, και άκουσα λέει, ότι το υπουργείο το χρησιμοποιεί σα δικαιολογία του στύλ 'να είστε υπεράριθμοι, δεν έχετε που να κάτσετε', και δε κατάλαβα δηλαδή στα λεωφορεία δεν έχει και ορθιούς;
Ναι, ναι, άντε φιλάκια.
* ο παραπάνω διάλογος - μονόλογος είναι πιθανά φανταστικός. Οι χαρακτήρες : προϊστάμενος στον τρίτο, ο μαλάκας, ο τελευταίος, ο τίποτα, ο Νικολαϊδής, η Κούλα, το παιδί που ξέρει από ίντερνετ, η Μαρία είναι φανταστικοί, και οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα μπορεί να είναι συμπτωματική μπορεί βέβαια και όχι.
* η χρήση χυδαίων λέξεων έγινε γιατί το ΠΑΣΟΚ το '81 έφερε την ισότητα και μπορούν και αυτές να βρίζουν το ίδιο με τους άνδρες, ακόμα και οι ανύπαντρες.
Κυριακή 27 Μαρτίου 2011
Σάββατο 26 Μαρτίου 2011
Ο λογιστής
Προσλαμβάνω έναν λογιστή για να διαχειριστεί την περιουσία μου. Δεν είναι και πολύ μεγάλη, αλλά και εγώ δεν έχω και πολλές απαιτήσεις. Και για να κάνει καλύτερη διαχείριση του υπογράφω και ένα πληρεξούσιο.
Περνάει, καιρός, δε θεωρώ ότι κάνει και τόση καλή διαχείριση, αλλά εγώ αυτόν ξέρω, και δεν υπάρχουν και τόσοι άλλοι πολλοί στην πιάτσα που να ξέρω και να εμπιστεύομαι.
Μία μέρα ξυπνάω, και αντιλαμβάνομαι, ότι ο λογιστής μου, δανείζονταν στο όνομα μου, ξόδευε για λογαριασμό του στο όνομα μου, έχει γίνει πλούσιος χάρη στο όνομα μου, και εγώ χρωστάω τα πάντα.
Μαθαίνω ότι ο λογιστής αυτός, όχι μόνο δανείστηκε εξ ονόματος μου, αλλά υπέγραψε και εξ ΄ ονόματος μου, και υποθήκευσε και την περιουσία μου. Εκνευρίζομαι, αλλά δε μπορώ και πλέον να διαχειριστώ την κατάσταση, οπότε συνεχίζω να ελπίζω ότι θα γίνει ένα μικρό θαύμα και θα γλιτώσω την εκποίηση.
Και ενώ εγώ ελπίζω, μου έρχεται ένα χαρτί στο σπίτι που με ειδοποιεί ότι με βάση τη σύμβαση του δανείου που πήρε ο λογιστής μου, πρέπει να παραδώσω τα κλειδιά του σπιτιού μου στον νέο ιδιοκτήτη, ο οποίος δε θα με βγάλει από μέσα, αλλά θα πρέπει να του πληρώνω ενοίκιο.
Επειδή όμως εγώ δε θέλω να πληρώνω για να μένω στο σπίτι μου, αποφασίζω να πάω στο εξοχικό μου. Όταν φθάνω τα κλειδιά μου δεν ταιριάζουν στη κλειδαριά, ενώ από το παράθυρο βλέπω άλλους, να τρώνε και να πίνουνε στη δική μου τραπεζαρία.
‘Ως εδώ’, αναφώνησα, και αποφάσισα να πάω να πιάσω τον λογιστή μου, και να του τα πω, ένα χεράκι.
Με το που φθάνω στο κτίριο που στεγάζεται η εταιρία πλέον του λογιστή μου – μεγάλωσαν οι δουλειές του φαίνεται - μου ρωτάνε το όνομα μου. Τους το λέω, και πριν προλάβω να αντιδράσω δύο ψηλοί και καλοντυμένοι κύριοι, με παίρνουν από τα μπράτσα με στοιβάζουν σε ένα φορτηγό, και μου εξηγούν ότι είμαι φυγόδικος, αφού η αξία του σπιτιού μου, και του εξοχικού μου, δε φθάνει να καλύψει το ύψος του δανείου που πήρε ο λογιστής μου για λογαριασμό μου. ‘Ευτυχώς΄ μου λένε, ‘η σύμβαση σας περιείχε έναν όρο, χάρη στον οποίο, η νομική σας παρουσία είναι εξασφαλισμένη, δε θα πάτε φυλακή, απλά θα πρέπει να δουλεύετε για λογαριασμό της εταιρίας του λογιστή σας, η οποία και είναι η μοναδική εκπρόσωπος των δανειστών σας, και να παραδίδετε το 97% του μισθού σας για πάντα’. Ακόμα μου εξηγούν ότι εάν τελικά το σύνολο του ποσού που θα μαζευτεί από την εργασία μου, δεν είναι αρκετό για να καλύψει την αξία του δανείου και των τόκων του, θα πρέπει να μεταβιβάσω την υποχρέωση μου στα παιδιά μου, και αυτά με τη σειρά τους να αποδεχθούν τους ίδιους όρους. ‘Η ελευθερίας σας είναι εξασφαλισμένη’ μου λένε, λίγο πριν, κλείσει η πόρτα του φορτηγού που θα με οδηγήσει στη νέα μου εργασία.
Δουλεύω σκληρά, και ατελείωτες ώρες, αλλά στα κρυφά διαβάζω τα φυλλάδια ενός άλλου λογιστή, που υπόσχεται να με γλιτώσει από όλα αυτά, και να μου επιστρέψει αυτά που ο προηγούμενος μου έχασε. Είναι πολύ πειστικός, και χαμογελάω μέσα μου, γιατί πιστεύω ότι αυτός ο εξαναγκασμός που ζω θα τελειώσει σύντομα. Περιμένω να σφυρίξει το τέλος της βάρδιας, για να πάω και να υπογράψω ένα πληρεξούσιο με τον νέο αυτό ελπιδοφόρο λογιστή.
Θα πάω αύριο πρωί, πρωί, οι κάλπες ανοίγουν στις επτά, και ανυπομονώ να υπογράψω.
Περνάει, καιρός, δε θεωρώ ότι κάνει και τόση καλή διαχείριση, αλλά εγώ αυτόν ξέρω, και δεν υπάρχουν και τόσοι άλλοι πολλοί στην πιάτσα που να ξέρω και να εμπιστεύομαι.
Μία μέρα ξυπνάω, και αντιλαμβάνομαι, ότι ο λογιστής μου, δανείζονταν στο όνομα μου, ξόδευε για λογαριασμό του στο όνομα μου, έχει γίνει πλούσιος χάρη στο όνομα μου, και εγώ χρωστάω τα πάντα.
Μαθαίνω ότι ο λογιστής αυτός, όχι μόνο δανείστηκε εξ ονόματος μου, αλλά υπέγραψε και εξ ΄ ονόματος μου, και υποθήκευσε και την περιουσία μου. Εκνευρίζομαι, αλλά δε μπορώ και πλέον να διαχειριστώ την κατάσταση, οπότε συνεχίζω να ελπίζω ότι θα γίνει ένα μικρό θαύμα και θα γλιτώσω την εκποίηση.
Και ενώ εγώ ελπίζω, μου έρχεται ένα χαρτί στο σπίτι που με ειδοποιεί ότι με βάση τη σύμβαση του δανείου που πήρε ο λογιστής μου, πρέπει να παραδώσω τα κλειδιά του σπιτιού μου στον νέο ιδιοκτήτη, ο οποίος δε θα με βγάλει από μέσα, αλλά θα πρέπει να του πληρώνω ενοίκιο.
Επειδή όμως εγώ δε θέλω να πληρώνω για να μένω στο σπίτι μου, αποφασίζω να πάω στο εξοχικό μου. Όταν φθάνω τα κλειδιά μου δεν ταιριάζουν στη κλειδαριά, ενώ από το παράθυρο βλέπω άλλους, να τρώνε και να πίνουνε στη δική μου τραπεζαρία.
‘Ως εδώ’, αναφώνησα, και αποφάσισα να πάω να πιάσω τον λογιστή μου, και να του τα πω, ένα χεράκι.
Με το που φθάνω στο κτίριο που στεγάζεται η εταιρία πλέον του λογιστή μου – μεγάλωσαν οι δουλειές του φαίνεται - μου ρωτάνε το όνομα μου. Τους το λέω, και πριν προλάβω να αντιδράσω δύο ψηλοί και καλοντυμένοι κύριοι, με παίρνουν από τα μπράτσα με στοιβάζουν σε ένα φορτηγό, και μου εξηγούν ότι είμαι φυγόδικος, αφού η αξία του σπιτιού μου, και του εξοχικού μου, δε φθάνει να καλύψει το ύψος του δανείου που πήρε ο λογιστής μου για λογαριασμό μου. ‘Ευτυχώς΄ μου λένε, ‘η σύμβαση σας περιείχε έναν όρο, χάρη στον οποίο, η νομική σας παρουσία είναι εξασφαλισμένη, δε θα πάτε φυλακή, απλά θα πρέπει να δουλεύετε για λογαριασμό της εταιρίας του λογιστή σας, η οποία και είναι η μοναδική εκπρόσωπος των δανειστών σας, και να παραδίδετε το 97% του μισθού σας για πάντα’. Ακόμα μου εξηγούν ότι εάν τελικά το σύνολο του ποσού που θα μαζευτεί από την εργασία μου, δεν είναι αρκετό για να καλύψει την αξία του δανείου και των τόκων του, θα πρέπει να μεταβιβάσω την υποχρέωση μου στα παιδιά μου, και αυτά με τη σειρά τους να αποδεχθούν τους ίδιους όρους. ‘Η ελευθερίας σας είναι εξασφαλισμένη’ μου λένε, λίγο πριν, κλείσει η πόρτα του φορτηγού που θα με οδηγήσει στη νέα μου εργασία.
Δουλεύω σκληρά, και ατελείωτες ώρες, αλλά στα κρυφά διαβάζω τα φυλλάδια ενός άλλου λογιστή, που υπόσχεται να με γλιτώσει από όλα αυτά, και να μου επιστρέψει αυτά που ο προηγούμενος μου έχασε. Είναι πολύ πειστικός, και χαμογελάω μέσα μου, γιατί πιστεύω ότι αυτός ο εξαναγκασμός που ζω θα τελειώσει σύντομα. Περιμένω να σφυρίξει το τέλος της βάρδιας, για να πάω και να υπογράψω ένα πληρεξούσιο με τον νέο αυτό ελπιδοφόρο λογιστή.
Θα πάω αύριο πρωί, πρωί, οι κάλπες ανοίγουν στις επτά, και ανυπομονώ να υπογράψω.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)